- Έδεσε το γάιδαρό του
- Привязал своего осла• Он хорошо пристроился• Он себя обеспечилИсточник: Собрание пословиц на greek-language.ru, 2012
Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки). 2012.
Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки). 2012.
γάιδαρος — Θηλαστικό της τάξης των περιττοδακτύλων. Η επιστημονική ονομασία του είναι όνος. Ο κατοικίδιος γ., που τον χρησιμοποιούν από την αρχαιότητα αφρικανικοί, ασιατικοί και ευρωπαϊκοί λαοί ως ζώο φορτίου, έλξης και ιππασίας, προέρχεται από τον άγριο γ … Dictionary of Greek
γάιδαρος — ο 1. το θηλαστικό κατοικίδιο ζώο όνος. 2. μτφ., άνθρωπος που δεν έχει τρόπους, αγενής, άξεστος, αναίσθητος: Ο γάιδαρος ούτε με χαιρέτησε. 3. φρ., «Έδεσε το γάιδαρό του», εξασφαλίστηκε· «Σκάει γάιδαρο», εξαντλεί την υπομονή των άλλων. 4. παροιμ.… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
δένω — (AM δῶ, έω Μ και δέννω) Ι. συγκρατώ κάτι τυλίγοντάς το με σκοινί, κλωστή, σύρμα κ.λπ. («τόν έδεσαν χειροπόδαρα» «δήσαντες νηλέϊ δεσμῷ» αφού τόν έδεσαν με άλυτα δεσμά) 2. δένω κάτι από σταθερό σημείο, προσδένω κάτι σε κάτι άλλο («έδεσε τ άλογο… … Dictionary of Greek